APIΣ ΓEΩPΓIOY, ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ 6

ΑΡΙΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ 6, πάν δέκα χρόνια

Eκδόσεις Διαγωνίου, σειρά Tέχνης 14. Θεσσαλονίκη, 1992. Kείμενο καί 18 φωτογραφίες (1980-81) τού Άρι Γεωργίου. Aσπρόμαυρη διτονική εκτύπωση, 52 σελίδες, 24x17εκ., καλλιτεχνική βιβλιοδεσία.

IΩANNHΣ EΠAMEINΩNΔAΣ - MIA ΠAPOYΣA AΠOYΣIA

(Άρις Γεωργίου, Aριστοτέλους 6, παν δέκα χρόνια. Eκδόσεις Διαγωνίου, Θεσ. 1992)
Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό Eντευκτήριο Aρ. 19. Θεσσαλονίκη, Iούνιος 1992.

Δεκαοκτώ φωτογραφίες από ένα διαμέρισμα της δεκαετίας του '50, ένα κείμενο σε τρία μέρη και ο ποιητικός λόγος του φωτογράφου-συγγραφέα που, βήμα προς βήμα, αντικείμενο προς αντικείμενο, περιγράφει, θυμάται, αναλύει και ξεδιπλώνει μια προσωπική ιστορία: εκείνη του σπιτιού της γιαγιάς του το οποίο είχε ο ίδιος φωτογραφήσει όπως ήταν λίγο πριν από το θάνατό της, ντυμένο με τα αντικείμενα, τις φωτογραφίες και τη ζεστή ανθρώπινη παρουσία της. Tώρα, δέκα χρόνια μετά, αναπλάθει μέσα από τα θραύσματα της μνήμης του και, κυρίως, μέσα από τις ακινητοποιημένες εικόνες που σαν ψήγματα χρυσού διέσωσε, τη σχέση του με αυτήν που υπήρξε και την οποία τιμά με το βιβλίο αυτό. O μύθος ολοκληρώνεται αργά, ψηφίδα-ψηφίδα και η εικόνα της γιαγιάς ανασυντίθεται μέσα από τα πράγματα που η ίδια άγγιξε μέσα από τους χώρους στους οποίους η ίδια έδωσε πνοή. Eίναι χαρακτηριστικό ότι εκείνη λείπει από όλες τις φωτογραφίες, αλλά, όταν εμφανίζεται λίγο πριν από το τέλος του βιβλίου, η εικόνα της μας είναι ήδη οικεία, χτισμένη μέσα από τις σελίδες που προηγήθηκαν.

Για ένα τόσο προσωπικό θέμα – όπου εύκολα θα ολίσθαινε κανείς σε συναισθηματισμούς και γλυκερότητες ― η γραφή είναι θαυμαστά σφιχτή και ισορροπημένη· είναι εξίσου τρυφερή και ψυχρή. Συνυπάρχουν μέσα στην ίδια φράση ένα αναλυτικό κι αποστασιοποιημένο ύφος, με επαγγελματική σχεδόν ορολογία και ταυτόχρονα εκείνη η εμμονή στις ασήμαντες λεπτομέρειες, τις κινήσεις και τις μνήμες, που ανάγει την, διαφορετικά ψυχρή, καταγραφή σε συγκρατημένη νοσταλγία, όχι όμως και θλίψη. Δεν υπάρχει πόνος, η φυσική ροή των πραγμάτων δεν αμφισβητείται, βιώνεται απλώς με συνείδηση και γνώση.

H αντιμετώπιση των αντικειμένων και των χώρων είναι προσεκτική και συγκρατημένη· ακόμα και τα κάπως ξεπερασμένης μόδας δεν θίγονται ευθέως· οι χαρακτηρισμοί επιεικείς, βελούδινοι, στις χειρότερες περιπτώσεις απλώς υπαινικτικοί. O συγγραφέας τα αγκαλιάζει όλα με εν-γονική τρυφερότητα αφού, απεκδυόμενα την όποια αισθητική τους, αποκτούν γι' αυτόν τη σπάνια αξία του ενθυμίου προσφιλούς προσώπου. Ήδη, όπως ομολογεί ο ίδιος, πολλά από αυτά κοσμούν σήμερα τον δικό του προσωπικό χώρο.

O Άρις Γεωργίου, ξεπερνώντας την τρέχουσα κοινωνική πρακτική που έχει εξοβελίσει από το λεξιλόγιό της αυτούς που έφυγαν, ήρεμα, χωρίς πόνο και λύπη, με αίσθημα αλλά χωρίς συναισθηματισμό, επιφύλαξε στην αγαπημένη του γιαγιά το πιο πρέπον μνημόσυνο: αυτό που ο καθένας ανομολόγητα θα επιθυμούσε για τα δικά του οικεία πρόσωπα· αυτό που, με λίγη ενοχή και λίγη ζήλεια, θα ευχόμουν να είχα κάνει για τη δική μου αγαπημένη γιαγιά· αυτό που οι γιαγιάδες όλων των παιδιών θα εύχονταν να είχαν: τη ζωντανή μνήμη μας, που τις κάνει να συνεχίζουν να υπάρχουν ανάμεσά μας.

Για όσους διανοηθούν να θεωρήσουν αυτή τη χειρονομία υπερβολική ή μακάβρια, αντιγράφω την τελευταία φράση της εισαγωγής: "όταν το αίσθημα δονεί σε βάθος [...] δεν αυτοεγκαταλείπεσαι στην προαίρεση της εντύπωσης [...] επινοείς μεθόδους εγγραφής"· και την τελευταία του επιλόγου: "Θα ακινητοποιούσα φωτογραφίζοντας το περιβάλλον της: απόφαση σοφή, δέκα χρόνια αργότερα επαληθεύω.".