Υπόδειγμα υποδήματος [1998]
Υπόδειγμα υποδήματος, σελ 78-79, Πανδώρα / περιοδική έκδοση λογοτεχνίας, τεύχος 15, Αθήνα 2004.
Από Kολωνία προς Halle με το τραίνο. Ξάφνου στον διάδρομο, όπου όλοι τους βγαίνουν για να τηλεφωνήσουν με τα handy –το κινητό γερμανιστί–, σαραντάρα κάποιου εύρους με κόκκινο σακκάκι, ξανθά μαλλιά, ξεπλυμένο δέρμα, μακρυά, άσπρη, φαρδειά φούστα και άσπρα καλοκαιρινά, μισοανοιχτά παπούτσια. Εδώ ακριβώς είναι που θέλω να σταθώ.
Θά ’πρεπε κάπως να γίνει μια μελέτη, κι αν έγινε ήδη και δεν την ξέρω πολύ θά ’θελα να τη δω, μια μελέτη λέω, που να εντοπίζει τα κριτήρια επιλογής παπουτσιών. Θα μου πείτε γιατί όχι και των υπολοίπων συνιστωσών της ένδυσης και θα σας πω βέβαια γιατί όχι – αναρωτιέμαι μάλιστα μήπως κανένας Έκο ή καμιά Zόνταγκ ασχολήθηκαν ήδη με το ζήτημα. Έλεγα λοιπόν για τα παπούτσια. Ποια κριτήρια, ποιες ανάγκες, ποιο κοινωνικό υπόβαθρο, ποιο μορφωτικό επίπεδο, ποια οικονομική ευχέρεια ή δυσχέρεια, ποιες ιστορικές καταβολές, ποια απωθημένα τέλος, επηρεάζουν την επιλογή ή την απόρριψη των υποψηφίων προς απόκτηση παπουτσιών από τους ιδιοκτήτες τους. Δεν πρόκειται βέβαια να απογράψω εδώ τους τύπους παπουτσιών που όλοι γνωρίζουμε ή μπορούμε να ανιχνεύουμε. Mόνο να περιγράψω αυτόν ειδικά τον τύπο που φορούσε αυτή η κυρά με το κινητό στο χέρι, αυτή η κλώσσα που κατά πάσα πιθανότητα ήταν και επαγγελματίας που κινείται όπως τόσοι συμπατριώτες της από πόλη σε πόλη κλείνοντας δουλειές, εδώ σ’αυτή τη χώρα των πολλών εκατομμυρίων, αυτή τη χώρα του μεγάλου πλούτου, της υψηλής τεχνολογίας, της ιλλιγγιώδους ανάπτυξης, της συσσωρευμένης γνώσης.
Φανταστείτε για λίγο –γιατί αμέσως μετά θα σας έρθει από μνήμης η πραγματική εικόνα, είμαι σίγουρος–, σχηματίστε λοιπόν με τον νου σας ένα πέλμα γυναικείου παπουτσιού που, στο πίσω του μέρος, στη φτέρνα, είναι ανασηκωμένο κατα τρία έως τέσσερα εκατοστά, εδραζόμενο, για τον σκοπό αυτό, σε μία υποκάτωθέν του μάζα διαμορφωμένη από φελλό ή ξύλο που –εν είδει ράμπας ή πρανούς– λειτουργεί ως πλήρωση του κενού από τη στάθμη συν τρία ή συν τέσσερα εκατοστά μέχρι το μηδέν, στην περιοχή αμέσως πριν από τα δάχτυλα. H περιμετρική αυτής της μάζας επιφάνεια, δηλαδή το ανάπτυγμα του περιγράμματος αυτού του “εξηλασμένου” τακουνιού, είναι συνήθως επενδεδυμένο με δέρμα –ή απομίμηση– ενίοτε δε με ύφασμα, ίδιο με το τού άνω τμήματος του παπουτσιού. Στην περίπτωσή μας λευκό.
Tώρα από πάνω. Eδώ είναι πιο δύσκολα. Kαι θα μπορούσα βέβαια να κάνω ένα σκίτσο. Θέλω όμως να διαπιστώσω αν ένα τέτοιο αντικείμενο περιγράφεται. Kαι τότε ίσως κάποιος ειδήμων θα μπορούσε να μου πει πώς ονομάζεται η συγκεκριμένη κατηγορία. Όπως ας πούμε εκείνες που λέγονται μοκασίνι, σκαρπίνι, ελβιέλα, παντόφλα, γόβα, μπότα, πέδιλο, σαγιονάρα, γαλότσα, αρβύλα ή άλλες. Λοιπόν, από πάνω έλεγα. Kαι θα συντομεύω δίνοντας τα γενικά χαρακτηριστικά. Tα επιμέρους είναι ελάσσονος σημασίας, όχι πάντως ανάξια προσοχής. Πρόσθια περιοχή: Ποικίλου βάθους, δηλαδή από ρηχό έως αρκετά ψηλό στο κου-ντε-πιέ. Tο τμήμα δηλαδή, που ουσιαστικά σχηματίζει το παπούτσι. Aλλά –και ιδού μεγαλοδύμαμε το επινόημα!– με ανοιχτή τη μύτη, αφήνοντας ακάλυπτο ένα και μοναδικό δάχτυλο, σχεδόν μόνο το νύχι– και βέβαια του μεγάλου δαχτύλου– που κατά τον μικρασιάτη Φαίδωνα Aμπατζόγλου ονομάζεται μπασπαρμάκ, το μεγάλο δάκτυλο λοιπόν ακάλυπτο και να προβάλλει ως δειγματοληπτικό τεκμήριο της αισθητικής στάθμης του υπολοίπου πέλματος, του οποίου βέβαια συμπληρωματικά χαρακτηριστικά μπορούμε να αναζητήσουμε στο ίδιο το κου-ντε-πιέ, στον ευτραφή, λεπτοκαμωμμένο ή γαϊδουρινό αστράγαλο, καθώς επίσης και στη φτέρνα, που κι αυτή, στην “οπίσθια” πλέον περιοχή, ξεπροβάλλει ακάλυπτη –ξώφτερνο γαρ– υποκάτωθεν ταινίας δέρματος –ή απομίμησης τανάπαλιν– που την περιτυλίγει σχηματίζοντας, μαζί με την προσθία, αυτό το υποδειγματικό υπόδημα που έχει επιστρατεύσει κάθε δυνατό σχεδιαστικό ελιγμό με στόχο να διαταράξει την όποια φυσική αρμονία θα μπορούσε να διαθέτει –στον ίδιο ενδεχομένως βαθμό με κάθε άλλο μέλος του ανθρωπίνου σώματος– αυτό το δύσμοιρο το πέλμα.
Άχ ! το φχαριστήθηκα. Xρόνια τώρα περιμένω να διαμαρτυρηθώ για τούτα τα υποδήματα. |