Aποσπάσματα και απογραφές [ Fragments | Inventories ]

 

Στη διάρκεια μιας καλλιτεχνικής πορείας που υπερβαίνει τις τρεις δεκαετίες, διάστημα στο οποίο οι πλαστικές τέχνες ξεκίνησαν να συνάπτουν στενότερες σχέσεις με τη φωτογραφία, ο Άρις Γεωργίου έδειχνε διαρκώς εξοικειωμένος με την πολυσημία του φωτογραφικού μέσου: την ικανότητα να δημιουργεί πρωτότυπα έργα με εικαστική γραφή, τη μοναδική του δύναμη στην καταγραφή, λιγότερο ή περισσότερο έντεχνη, της πραγματικότητας, τη σχέση της φωτογραφικής εικόνας με διακριτές επιστρώσεις μνήμης.

Η έκθεση Αποσπάσματα και Απογραφές αποτελεί μια ισχυρή ένδειξη αυτών ακριβώς των σύνθετων ενδιαφερόντων του Γεωργίου: τα έργα της σειράς Arboretum (1995-2006) με τα χρωματισμένα και αριθμημένα τμήματα κορμών δέντρων, υπαινίσσονται τον ορθολογικό κερματισμό, εννοιακό και υλικό, του αδιατάρακτου συνεχούς της φύσης μέσα από πάσης φύσης ταξινομητικά εγχειρήματα. Οι τίτλοι των έργων παραπέμπουν στην πιο τραγική σήμανση της σύγχρονης Ιστορίας, ενώ οι κορμοί με τα κόκκινα ίχνη φαντάζουν δυσοίωνοι συμβολισμοί. Στη σειρά Δεσμώτες του Λούβρου (1996-2010) τμήματα στιβαρών αγαλμάτων και στιγμιότυπα παρακείμενων θεατών σχηματίζουν ζεύγη εικόνων που τονίζουν τον διακεκομμένο διάλογο της τέχνης με το κοινό στο περιβάλλον ενός μητροπολιτικού μουσείου. Τα έργα αυτών των δυο σειρών συνιστούν αποσπάσματα που φανερώνουν πτυχές και ίχνη του ανθρώπινου πολιτισμού ή της εμπλοκής του με τη φύση. Στο A Possible Self-portrait (2010), αντίστοιχα, ο Γεωργίου μας αποκαλύπτει μια από τις συλλεκτικές του εμμονές: την καταγραφή προσωπικών του ειδών, όπως εν προκειμένω τα μεταχειρισμένα του παπούτσια που βαίνουν προς απόσυρση. Φωτογραφημένα ανά ζεύγος αποτελούν τον αντίποδα της γυαλιστερής, φωτογραφίας διαφήμισης και ενός κόσμου διαρκώς ατσαλάκωτου, επισημαίνοντας το τέλος ενός μικρού κύκλου ζωής, το μοναδικό αποτύπωμα της φθοράς που προκαλεί η χρήση, υποσημειώνοντας παράλληλα ίχνη προσωπικού γούστου, ενθυμήσεις ταξιδιών στα οποία τα παπούτσια αυτά αγοράστηκαν. Τέλος, στη σειρά Blue Telephone Book (2002) ο Γεωργίου εικονίζει τις πολυκαιρισμένες σελίδες της τηλεφωνικής του ατζέντας που παραχωρεί τη θέση της πλέον σε μια ηλεκτρονική. Η ακατάστατη μορφή της χειρόγραφης ατζέντας υποδεικνύει μια διαδρομή που σημαίνεται από προσθήκες και διαγραφές, στην οποία ενθέτει μορφές ανθρώπων που αναφέρονται σ’ αυτές τις σελίδες. Οι δυο τελευταίες σειρές επιχειρούν απογραφές από σπαράγματα της προσωπικής ζωής: ουδέτερα ως προς την ομοιόμορφη, μετωπική διαχείριση της σύνθεσης, φορτισμένα όμως με προσωπικές σημασίες και υποστρώματα μνήμης.

Αν η προσεκτική ανάγνωση μιας σειράς έργων αποκαλύπτει κάτι από τον χαρακτήρα του δημιουργού, τις εμμονές, τα προσωπικά μονοπάτια και τα αμήχανα σταυροδρόμιά του, τότε κάθε σειρά είναι εν δυνάμει αυτοβιογραφική. Με την έννοια αυτή, η επιλογή έργων που ανήκουν στη συλλογή του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης από τις τέσσερις αυτές σειρές του Γεωργίου δικαιώνει τον τίτλο της μιας από αυτές τις σειρές, συνιστώντας ένα δυνητικό αυτοπορτραίτο, ελλειπτικό όσο και απρόβλεπτο.

 

Ηρακλής Παπαϊωάννου